Κατά καιρούς οι υδατάνθρακες έχουν μπει στο στόχαστρο των μέσω επικοινωνίας. Οι επικριτές είναι ιδιαίτερα σκληροί με το ψωμί, καθώς περιέχει γλουτένη. Σε αντίθεση με τις εκθέσεις που ισχυρίζονται ότι η γλουτένη είναι ολοκληρωτικά ανθυγιεινή, τα στοιχεία δείχνουν ότι τα συμπτώματα εμφανίζονται κυρίως σε άτομα με εντερικές διαταραχές.

Η σχέση μεταξύ υδατανθράκων και ινσουλίνης δημιουργεί ένα γόνιμο έδαφος για μύθους σχετικά με τη διατροφή. Η ινσουλίνη ήταν μία από τα πρώτα ορμόνες που ανακαλύφθηκε, και ήταν επίσης η πρώτη ορμόνη που εξετάστηκε στο πλαίσιο της ευαισθησίας. Τα πρώτα στοιχεία οδήγησαν τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι η αυξημένη πρόσληψη υδατανθράκων μπορεί να προκαλέσει αντοχή στην ινσουλίνη. Αυτό ισχύει περισσότερο για διαβητικούς και ανθρώπους ανθεκτικούς στην ινσουλίνη (συνήθως παχύσαρκα άτομα), που καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες υδατανθράκωνκες, αλλά ο μύθος επιμένει.

Ενώ η γλουτένη τραβάει την προσοχή, άλλες ενώσεις μπορεί να είναι εξίσου ή περισσότερο σημαντικές για τα άτομα χωρίς κοιλιοκάκη που υποπτεύονται ότι έχουν ευαισθησία στη γλουτένη. Για παράδειγμα, κάποιοι από τους ίδιους ερευνητές, που ανακάλυψαν ότι υπάρχει δυσανεξία στη γλουτένη σε άτομα που δεν έχουν κοιλιοκάκη, έκαναν μία συμπληρωματική μελέτη πολύ πιο εμπεριστατωμένη, και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η γλουτένη δεν ήταν κατ 'ανάγκην υπαίτια για το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου. Οι ενώσεις που εμπίπτουν στην κατηγορία των FODMAPs (τα οποία είναι παρόντα σε μία ποικιλία φυτικών τροφών) μπορεί να είναι μεγαλύτερο ζήτημα, κατά τους ερευνητές.  

Καταλήγοντας, τα άμυλα δεν είναι εγγενώς επιβλαβή, αν δεν υπέρ-καταναλώνονται και δεν αποκλείονται άλλες ομάδες τροφίμων. Το ότι μερικοί είναι ευαίσθητοι στο σιτάρι, δεν οφείλεται απαραίτητα στη γλουτένη. Άλλα τρόφιμα πιθανώς να εμπλέκονται περισσότερο.